Перевод: с греческого на немецкий

с немецкого на греческий

τὰ παλίμπηγα

См. также в других словарях:

  • παλίμπηγα — παλίμπηγα, τὰ (Α) ραμμένα υποδήματα, μπαλωμένα παπούτσια. [ΕΤΥΜΟΛ. < πάλιν + πηγός «σταθερός» (< πήγνυμι)] …   Dictionary of Greek

  • παλίμπηγα — cobbled shoes neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πάλι — (ΑΜ πάλι και πάλιν) επίρρ. 1. (χρονικό) εκ νέου, ξανά, άλλη μια φορά (α. «πάλι με χρόνους με καιρούς, πάλι δικά μας θά ναι» β. «καὶ εἰσῆλθε πάλιν εἰς τὴν συναγωγήν», ΚΔ) 2. (τοπικό) πίσω (α. «θα σού δώσω πάλι όσα δανείστηκα» β. «πάλιν χώρει μηδ… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»